Σκέψεις γιά την προφορική, λαϊκή, μουσική μας παράδοση


    «Πιάσ΄ τ΄ αυγό και κούρευτο»* λέει ο λαός κι αυτό νιώθω κάθε φορά που προσπαθώ μόνος ή με άλλους ενδιαφερόμενους να βρω άκρη σ΄ αυτό που ονομάζουμε ελληνικό τραγούδι. Γι αυτό πρέπει να ξεκαθαρίσω πως η κατηγοριοποίηση που ακολουθεί ανά περιοχή, θεματολογία, ρυθμούς, χορούς και κυρίως η σχέση μεταξύ τους (στεγανά δεν υπάρχουν) αφορά τα τραγούδια που επέζησαν ενώ οι δημιουργοί τους ξεχάστηκαν, τα παραδοσιακά μας δημοτικά τραγούδια ,τα λεγόμενα «αδέσποτα» και γενικά τραγούδια αγνώστων δημιουργών που συναντάμε σήμερα κάτω από τους όρους «λαϊκό» και «ρεμπέτικο».

    Εδώ πρέπει να τονίσω το αυτονόητο και να γράψω πως και τα δημοτικά είναι λαϊκά τραγούδια, γιατί σήμερα κάτω από τον όρο «λαϊκό» εννοούμε κυρίως το αστικό λαϊκό τραγούδι. Μ΄ αυτή μου την εξήγηση δεν θέλω να μειώσω τα λαϊκά τραγούδια με ονοματεπώνυμο (συνθέτη και στιχουργό) που ακούμε και αγαπάμε, αλλά ακολουθώντας τους διαχρονικούς κανόνες της παράδοσης, λίγα θα επιζήσουν, θα ακούγονται και θα εκφράζουν τον λαό και μετά από 200 χρόνια , κι αυτά σίγουρα όχι κάτω από την ταμπέλα του δημιουργού τους.

    Σε υποθετική ερώτηση για τον αν η «Συννεφιασμένη Κυριακή» θα τραγουδιέται κάποτε, χωρίς οι λαϊκοί μουσικοί που την τραγουδούν και την παίζουν να γνωρίζουν τον Βασίλη Τσιτσάνη, θα απαντούσα με σιγουριά «Ναι!» χωρίς να αποκλείω φυσικά το ενδεχόμενο η πληροφορία να υπάρχει σε κάποιο αρχείο για τυχόν μελλοντικούς ερευνητές, λαμβάνοντας υπόψη παράλληλα πως κανένα αρχείο δεν είναι αδιάβλητο και αθάνατο.

    Στις ηχογραφήσεις -ελληνικού ενδιαφέροντος- που έγιναν το 1917 στο στρατόπεδο της πόλης του Goerlitz, στα σημερινά γερμανοπολωνικά σύνορα, για κανένα τραγούδι δεν αναφέρθηκε συνθέτης, ενώ τα περισσότερα απ΄αυτά (!!!) τραγουδιούνται και σήμερα από το λαό για να καλύψουν τις ανάλογες ανάγκες έκφρασης (θάνατος/μρολόι, γάμος/έρωτας, αποχωρισμός/ξενιτειά, πόλεμος/ιστορία κ.λ.π).

    Πριν 300 περίπου χρόνια ζούσε και δημιουργούσε ένας τραγουδοποιός ονόματι Γιάννης Γκαβογιάννης ή Γιάννης ο τυφλός από τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας με εκατοντάδες τραγούδια στο ενεργητικό του και γνωστός σε ολόκληρα τα Βαλκάνια, ένας «Τσιτσάνης» της εποχής του που σήμερα δεν τον θυμάται κανείς . Τραγούδια όμως της ίδιας ηλικίας, δικά του ή άλλων τραγουδοποιών, ζουν και τραγουδιούνται μέχρι τις μέρες μας.

    Αυτά λοιπόν τα τραγούδια χαρακτηρίζοντάς τα ανάλογα με τον τόπο τα ονομάζουμε: Ηπειρώτικα, του Μωριά και της Ρούμελης, της Μακεδονίας, Θρακιώτικα, Κρητικά, Μικρασιάτικα (Πολίτικα, Σμυρναιΐκα ), Ποντιακά Πειραιώτικα ή ακόμα πιό συγκεκριμένα Πωγωνίσιο, Ζαγορίσιο, Τσακώνικο, Γιαννιώτικο, Καστοριανό, Καλύμνικο, Κερκυραϊκό, Αργυροκαστρίτικο, Χανιώτικο, Ανω Ορεινής Σερρών, (Ι)καριώτικο, Ανωγειανό, Κισαμίτικο κ.α. Ο προσδιορισμός του τόπου φωτογραφίζει την γεωγραφική περιοχή που επιρρεάζει σοβαρά το μουσικό αποτέλεσμα. Αλλιώς βγαίνουν τα μεράκια στο βουνό και αλλιώς στην θάλασσα ή στο κάμπο, στο χωριό ή στη πόλη.

     Παλιά -πριν 300 χρόνια από καταγεγραμμένες μαρτυρίες - οι άνθρωποι της υπαίθρου και κυρίως των βουνών χαρακτήριζαν τα τραγούδια των πόλεων «πούστικα», έκφραση που χρησιμοποιείται και στις μέρες μας σε άλλες περιπτώσεις..

    Σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων των πόλεων καλύπτουν Έλληνες εσωτερικοί μετανάστες πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς χωριάτες, των οποίων η σχέση με τον τόπο καταγωγής τους είναι ένα συνεχές πέρα-δώθε χωρίς να ξεχνάμε και την επιστροφή στις ρίζες για πολλούς συνταξιούχους και λιγότερους νεώτερους με τάση αυξητική. Η κόντρα ανάμεσα σε τραγούδια της πόλης και της υπαίθρου έχει σχεδόν εξαφανιστεί, με τα τραγούδια της πόλης να έχουν γίνει κομμάτι του πανηγυριού και τα τραγούδια της υπαίθρου να έχουν τη θέση τους στα γλέντια της πόλης. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα γλέντια των Ποντίων όπου ανεξαρτήτως τόπου και χρόνου παίζονται μόνο Ποντιακά τραγούδια.

    Η γεωγραφική ταξινόμηση των τραγουδιών φωτογραφίζει επίσης τα διαφορετικά όργανα ή την διαφορετικότητα των ίδιων των οργάνων. Η μια περιοχή έχει σαν κυρίαρχο όργανο το κλαρίνο ενώ η άλλη την λύρα που με τη σειρά της διαφέρει από περιοχή σε περιοχή (ποντιακή, πολίτικη, κρητική). Το βασικό κρουστό στην Ήπειρο είναι το ντέφι, στα νησιά το τουμπελέκι ενώ το νταούλι αλλάζει μέγεθος και χαρακτήρα ανάλογα με τον τόπο καταγωγής.

    Σε σχέση με τη θεματολογία τους παρουσιάζονται σαν τραγούδια ιστορικά, τραγούδια που καλύπτουν «ανάγκες» του ιδιωτικού και του κοινωνικού βίου και επομένως τραγούδια του γάμου (ωραία πού ΄ναι η νύφη μας, σήμερα λάμπει ο ουρανός, ας ειν΄ η ώρα η καλή, φίλοι καλώς ορίσατε, ο γάμος καλορίζικος, είσαι άγγελος ωραίος) των εορτών, μοιρολόγια (του Αχουμακάκου, του Δημαρόγγονα), Νανου(α)ρίσματα, Κάλαντα, ασχολιών /επαγγελμάτων (Σφουγκαράδικα, ποιμενικά), του αποχωρισμού και της ξενιτιάς (Γιάννη μου το μαντήλι σου, ο ξένος) αποκριάτικα, χασικλίδικα κ.α..

    Συναντάμε επίσης τα πλαστά / αλιγορικά (τα Μάγια, ο βοσκός και ο Χάρος), όπως και διάφορα με ονόματα πόλεων και χωριών, (Πάργα, Λιβαδειά, Σαμαρίνα, Ανάπλι), δέντρων και φυτών(Ιτιά, βασιλικός, Μηλίτσα, Αμάραντος, Πλάτανος, Μαντζουράνα, Μανουσάκια), πουλιών και ζώων (Αετός, Τρυγώνα, Λαφίνα, Παπάκι,), ονομάτων (Αναστασία, της Μαρίας, κυρά Βαγγελιώ, Νικολός, Δημητρούλα, Γεωργίτσα, Βασιλική, Μανόλης, Γκόλφω, Κωνσταντινιά, Ερηνάκι, Αντρέας Ζέπος κ. α .)

    Στα ιστορικά παραδοσιακά τραγούδια ανήκουν τα Ακριτικά , τα Κλέφτικα και γενικότερα αυτά που περιγράφουν τον αγώνα εναντίον των Τούρκων και των συμμάχων τους (πήραν την πόλη πήραν την, η Ρωμανία πέρασεν, του Μηλιόνη, ο θάνατος του Διάκου, τ΄ Αντρίκου, του Αλή πασά), του Μακεδονικού αγώνα, των βαλκανικών πολέμων της Μικρασιατικής καταστροφής, των παγκοσμίων πολέμων, της κατοχής, της αντίστασης, του εμφυλίου, του αστυνομικού κράτους, κ.λ.π.

    Ανάλογα με το πώς χορεύονται τα ονομάζουμε συρτά, μπάλλους, τσάμικα, χασάπικα, ζεϊμπέκικα, καρσιλαμάδες / αντικρυστούς, ζωναράδικους, σούστες, κ.α. Ο χορευτικός προσδιορισμός δεν φτάνει από μόνος του για να δείξει ακριβώς τον χορό αλλά χρειάζεται και τον τοπικό π.χ. Πολίτικο χασάπικο και Χασάπικο Μακεδονίας ή Τσάμικο Ηπείρου και Τσάμικο Πελοποννήσου. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου για τον σαφή προσδιορισμό χρειάζεται και ο ρυθμός π.χ. Συρτό Ηπείρου στα δύο και Συρτό Ηπείρου στα τρία ή Συρτός 7σημος Μακεδονίας και Συρτός 2σημος Μακεδονίας. Έχουμε βέβαια και παράδοξες περιπτώσεις όπως Συρτός Καλαματιανός Μακεδονίας (Γερακίνα από Νιγρίτα) όπου ο όρος Καλαματιανός σε αυτή την περίπτωση υποδηλώνει τον τρόπο που χορεύεται και τον ρυθμό και όχι τον τόπο, και δίσημα συρτά που χορεύονται στα τρία (Ρόβας).

    Υπάρχουν τραγούδια που ακολουθούν έναν ρυθμό από την αρχή ως το τέλος και λιγότερα που πατάνε σε περισσότερους ρυθμούς (Κλέφτες παλιοί από 6σημο αργό σε 3σημο τσάμικο που καταλήγει δίσημο συρτό, Ζαγορίσιο παλιό με αργό 10σημο σε 3σημο τσάμικο και συρτό δίσημο με παύσεις ).

    Όχι σπάνια χρησιμοποιείται ένα χαρακτηριστικό του χορού για να ονομάσει το τραγούδι κι έτσι έχουμε Μαντηλάτο από τα μαντήλια των χορευτριών, Ζωναράδικο από το κράτημα των χορευτών, Παππίσιο επειδή χορευόταν από τους παππούδες, Χορό των κουταλιών, Χορό των μαχαιριών, συγκαθιστό, ίσιο, κλειστό, κοφτό, βαρύ, δετό, παλαβό, αργό, γρήγορο, πηδηχτό, στρωτό, κουτσό κ.λ.π..

    Τραγούδια που δεν χορεύονται ονομάζονται: της τάβλας ή του τραπεζιού. Οι Kαρσιλαμάδες είναι η τούρκικη ονομασία των αντικρυστών, έχει επικρατήσει σαν ονομασία που αφορά τραγούδια σε 9σημους και 7σημους ρυθμούς από την Θράκη, την Μακεδονία, την Μ. Ασία, τα Μέγαρα κ.λ.π ενώ υπάρχουν και τραγούδια που ενώ χορεύονται (ολόκληρα ή εν μέρει) αντικρυστά , αναφέρονται με άλλες ονομασίες όπως ο Μπάλλος, το Φυσούνι κ.α.

    Κυρίως βέβαια και σαν καλύτερος χαρακτηρισμός στην λαϊκή προφορική μας παράδοση θεωρείται ο τίτλος του κάθε τραγουδιού που συχνά αρκεί για να λύσει κάθε απορία σ΄ αυτούς φυσικά που το γνωρίζουν. Γράφω συχνά γιατί υπάρχουν και συνωνυμίες, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται διαφορετικά τραγούδια κάτω από τον ίδιο τίτλο, όπως για παράδειγμα το «Τζιβαέρι» που στη μια περίπτωση είναι αργό, 7σημο, συρτό, της ξενιτειάς, από τη Δωδεκαννήσο και στην άλλη 9σημο, ερωτικό -που άλλη ώρα θα συζητήσουμε αν είναι καρσιλαμάς ή κάποιο απ΄τα πολλά είδη Ζεϊμπέκικου που υπάρχουν (Παλιό, Αϊβαλιώτικο, Απτάλικο, Αϊδινίτικο, Ικονίου, Βρακάδικο, Τούρνα, Καμηλιέρικο, Αδραμυτιανό, Οχτάσημο, Μουρμούρικο, Μυτιληνιό, Γεντικουλέ κ.α.)

    Οι αρχαιολάτρες συνδέουν τα παραδοσιακά μας τραγούδια με τα λαϊκά της αρχαίας Ελλάδας και δεν έχουν άδικο. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τα αρχαία λαϊκά τραγούδια, τα ταιριασμένα για συγκεκριμένα επαγγέλματα όπως επιμύλιος/μυλωνάδες, βουκολιασμός/βοσκοί, λυτερίασις/θεριστές κ.λ.π. και την σχέση τους με τα τραγούδια του θέρου, του τρύγου, τα ποιμενικά, τα χασάπικα, των ψαράδων κ.λ.π. Δεν μπορούμε να μην συνδέσουμε τον ολοφυρμό με το μυρολόι, τον υμέναιο με τα τραγούδια του γάμου, το αρχαίο χελιδόνισμα, κορώνισμα και ειρεσιώνη με τα σημερινά κάλαντα.

    Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε πως εκτός από Έλληνες είμαστε και Ρωμιοί και πως στο σταυροδρόμι που βρεθήκαμε, οι ασταμάτητες πολιτιστικές ανταλλαγές και τα δάνεια, έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο στη μορφή και τη συσσώρευση αυτού του μυθικού μουσικού λαϊκού θησαυρού.

Κυρίως όμως δεν πρέπει, συγκρίνοντας τη σταγόνα της εποχής μας με τον ωκεανό των αμέτρητων εποχών που αντιπροσωπεύει η λαϊκή παράδοση, να βγάζουμε ανόητα και αφελή συμπεράσματα, βάζοντας δίπλα ή κάτω από την ίδια ταμπέλα τραγούδια με ημερομηνία λήξης και παραδοσιακά τραγούδια. Αν κάποια από τα σύγχρονα τραγούδια (και θέλω να πιστεύω πως υπάρχουν) περάσουν στην οικογένεια των παραδοσιακών θα το δείξει ο χρόνος και θα το αποφασίσει η παράδοση που έχει μια μεγαλύτερη σχέση μαζί του από ό,τι εμείς.

*Με την σημασία που το καταλαβαίνουν οι περισσότεροι σήμερα (ψάχνω ψύλλο στ΄ άχυρα ή τρέχα γύρευε) αλλά και με την αρχική του σημασία και γιά όσους δεν γνωρίζουν εξηγώ γρήγορα: Παλιά, στα ιδώματα και μετά τις συζητήσεις γιά τα προικιά και γενικά το οικονομικό μέρος του γάμου, ξεκαθάριζε ο γαμπρός με μιά συμβολική κίνηση αν το προτιμούσε ξυρισμένο ή όχι! Πώς; Βάζοντας ένα αυγό πάνω στο τραπέζι.



Παραδοξολόγος©2005

(γράφτηκε για το τρίτο τεύχος του ηλεκτρονικού περιοδικού "η Κλίκα" )